Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010

Όταν η πραγματικότητα δενσυμφωνεί με τους ισχυρισμούς μου,τόσο το χειρότερο για τηνπραγματικότητα.

Η σύγχρονη στρατευμένη
δημοσιογραφία διαθέτει πλέον
ιδιαιτέρως αναπτυγμένα εργαλεία
για την αμφισβήτηση της
πραγματικότητας όταν και όπου
αυτό εξυπηρετεί τους στόχους του
εκάστοτε προπαγανδιστή. Η τακτική
είναι εξαιρετικά έξυπνη – όσο και
εξαιρετικά απλή. Τοποθετούμε στη
δημοσιότητα έναν ισχυρισμό τόσο
εξωφρενικό και τόσο πέρα κι έξω από
κάθε αντίληψη της αλήθειας, που η
πρώτη αντίδραση του κοινού είναι η
αμηχανία. Ίσως κι η έντονη
αντίδραση. Ωστόσο, σύντομα θα
υπάρξουν (παράπλευρο ελάττωμα
ίσως της εξέλιξης του μηχανισμού
σκέψης μας) εκείνοι που θα
οδηγηθούν από την αμηχανία στην
αβεβαιότητα: «δεν μπορεί… όπου
υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά»
ή «η αλήθεια πρέπει να βρίσκεται
κάπου στη μέση…». Το τοπίο
θολώνει, θεωρίες συνωμοσίας
εμφανίζονται να καταστρέψουν κάθε
ελπίδα λογικού προβληματισμού, κι
ο προπαγανδιστής έχει πετύχει πια
το στόχο του. Αν η αλήθεια θολώσει
αρκετά, δεν υπάρχει πλέον αλήθεια.
Υπάρχει μόνο υποκειμενική
αφήγηση, σουπώδης σχετικισμός,
και το πεδίο είναι πλέον ανοιχτό σε
κάθε ανόητο ισχυρισμό.
«Η Ελλάδα
θυσιάστηκε για να
σωθεί η
ευρωζώνη. Και για
να γίνει, σας
εκπαιδεύουν να
αισθάνεστε ένοχοι
γι΄ αυτό που είστε. Έχουν ήδη
διαγνώσει ότι είστε άρρωστοι.» Η
δήλωση αυτή ανήκει στην καναδέζα
δημοσιογράφο Ναόμι Κλάιν,
διασημότητα του κινήματος κατά της
παγκοσμιοποίησης και συγγραφέα
του best-seller «Το δόγμα του σοκ»,
σε πρόσφατη συνέντευξή της στην
εφημερίδα ‘Το Βήμα’. (Τόσο το
χειρότερο για την πραγματικότητα;)
Όλα τα μετρήσιμα μεγέθη ωστόσο
φαίνεται να μη συμφωνούν με τον
ισχυρισμό της κ. Κλάιν. Οι δημόσιες
δαπάνες αυξήθηκαν τα τελευταία
τριάντα χρόνια με ρυθμούς
μεγαλύτερους από κάθε άλλη χώρα
της ΕΕ. Το δημόσιο χρέος, από 31.2%
του ΑΕΠ το 1980, έφτασε το 80.7% το
1990, για να ξεπεράσει φέτος το
130%. Μόνο για τη μισθοδοσία των
δημοσίων υπαλλήλων, οι δαπάνες
του δημοσίου είναι υπερδιπλάσιες
της φορολογίας των φυσικών
προσώπων.
Σύμφωνα με το World Economic
Forum, η ανταγωνιστικότητα της
ελληνικής οικονομίας έπεσε, την
τελευταία μόλις δεκαετία, από την
36η στην 83η θέση. Ως βασικές αιτίες
της χαμηλής αυτής κατάταξης
ονομάζονται, μεταξύ άλλων: η μη-
αποδοτική κρατική γραφειοκρατία, η
διαφθορά, η περιοριστική εργατική
νομοθεσία και η νομοθετική
αστάθεια. (Τόσο το χειρότερο για τα
μετρήσιμα μεγέθη;)
«Τα φάγαμε όλοι
μαζί», δηλώνει ο
αντιπρόεδρος της
κυβέρνησης κ.
Πάγκαλος,
«ακολουθώντας
μια πρακτική
αθλιότητας,
εξαγοράς και
διασπάθισης του
δημόσιου
χρήματος ».
Ωστόσο, η συνωμοσιολογική
δημοσιογραφία έχει και εγχώριους
συμμάχους. Ο πρόεδρος της ΝΔ
πιστεύει ότι κακώς ακολουθούμε το
μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του
Μνημονίου. Κι άλλες ευρωπαϊκές
χώρες είχαν και έχουν ελλείμματα,
φέρεται να δηλώνει, αλλά «μόνο η
δική μας κυβέρνηση παρέδωσε τα
κλειδιά της διακυβέρνησης στην
τρόικα και έδεσε χειροπόδαρα τον
ελληνικό λαό.»
Ο κ. Σαμαράς φαίνεται ότι όχι μόνο
συμφωνεί με την κ. Κλάιν, όσο
αφορά το μέγεθος και τη σημασία
της κρίσης, αλλά κάνει κι ένα βήμα
πιο πέρα. Συντάσσεται δηλαδή
πλήρως με τις δυνάμεις εκείνες (ένα
‘μείγμα’ κρατικιστών και εθνικιστών
που αρνούνται πάντα και παντού
κάθε εκσυγχρονιστική προσπάθεια)
που διαβάζουν το Μνημόνιο
συνεργασίας μεταξύ της ελληνικής
κυβέρνησης, της ΕΕ και του ΔΝΤ ως
«εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας».
Το
Μνημόνιο
συνεργασίας,
για να
έχουμε
την
πραγματικότητα
υπόψη
μας
πριν η αμηχανία μας μετατραπεί σε
αβεβαιότητα, περιλαμβάνει δύο
κεντρικούς τομείς μεταρρυθμίσεων.
Ο πρώτος τομέας αναφέρεται στη
«δημοσιονομική προσαρμογή», κι ο
δεύτερος στις «διαρθρωτικές
μεταρρυθμίσεις». Κι αν στον πρώτο
τομέα μπορεί εύλογα κανείς να φέρει
τις αντιρρήσεις του όσο αφορά την
αποτελεσματικότητα της αύξησης
της φορολογίας, δύσκολα μπορεί να
αποφύγει το επείγον της
δημοσιονομικής κατάστασης και την
άμεση ανάγκη για αποπληρωμή
(μέρους) του τεράστιου χρέους που
οι προηγούμενες κυβερνήσεις
δημιούργησαν «ακολουθώντας μια
πρακτική αθλιότητας, εξαγοράς και
διασπάθισης του δημόσιου
χρήματος». Δύσκολα μπορεί επίσης
κανείς να αμφισβητήσει την ανάγκη
μείωσης του μισθολογικού κόστους
του δημοσίου και της τεράστιας
σπατάλης που δημιουργεί η «μη-
αποδοτική κρατική γραφειοκρατία».
Στο κομμάτι δε
των διαρθρωτικών
μεταρρυθμίσεων,
δεν μας
διευκρινίζει ο κ.
Σαμαράς, πώς το
μνημόνιο «έδεσε
χειροπόδαρα τον
ελληνικό λαό». Η
συμφωνία
περιλαμβάνει την
μεταρρύθμιση ενός ομολογουμένως
αδιέξοδου ασφαλιστικού
συστήματος, τον εκσυγχρονισμό της
δημόσιας διοίκησης, τη βελτίωση
του επιχειρηματικού περιβάλλοντος,
τη διαχείριση και αποκρατικοποίηση
των κρατικών επιχειρήσεων και το
άνοιγμα των κλειστών
επαγγελμάτων. Ποιό ακριβώς από
αυτά τα σημεία της συμφωνίάς
αποτελεί «εκχώρηση εθνικής
κυριαρχίας» και για πόσο ακόμα
χρόνο θα πρέπει οι πολιτικές
επιλογές της χώρας να καθορίζονται
με γνώμονα τα συμφέροντα
συνδικαλιστών και οργανωμένων
μειοψηφιών;
Αντί να επιπλήττει την κυβέρνηση
για τις καθυστερήσεις και τις
αντιφάσεις της, η αξιωματική
αντιπολίτευση επιλέγει να
συστρατευτεί με το πιο συντηρητικό
ίσως κομμάτι των πολιτών,
ελπίζοντας απλά στην εκλογική
απορρόφηση της όποιας
κυβερνητικής φθοράς.
Ίσως είναι πια πολύ αργά για την
πραγματικότητα. Το τοπίο έχει
αρχίσει ήδη να θολώνει. Κι αν δεν
σταθούμε νηφάλιοι απέναντι στην
αλήθεια, να μετρήσουμε, να
συζητήσουμε, να προτείνουμε, πολύ
φοβάμαι ότι δεν θα καταφέρουμε να
αντισταθούμε στις απλοϊκές
ανοησίες της συνομωσιολογικής
δημοσιογραφίας. Και τότε τι;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου